Στίχοι: Ματέρα – Θανάσης Παπακωνσταντίνου
Η ιστορία του τραγουδιού
Η Ματέρα είναι μια Ιταλική πόλη της περιοχής Μπαζιλικάτα στην νότια Ιταλία. Είναι η πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας Ματέρα. Η πόλη βρίσκεται δίπλα σε ένα μικρό φαράγγι, όπου ρέει ο ποταμός Γκραβίνα. Από το 1993 τα σάσσι της Ματέρας έχουν χαρακτηριστεί από την UNESCO ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς. Στην πόλη αυτή γυρίστηκε το 2004 η ταινία "Το πάθος του Χριστού" από τον Μελ Γκίμπσον.
Η Ματέρα απέκτησε διεθνή φήμη με την αρχαία πόλη "Σάσσι ντι Ματέρα" (μου σημαίνει "οι πέτρες-σπηλιές της Ματέρα"). Τα Σάσσι της Ματέρας είναι σπίτια-σπηλιές μέσα στα βράχια τα οποία έχουν ιστορία από την προϊστορική περίοδο. Υπάρχει η υποψία ότι ίσως εκεί εγκαταστάθηκαν οι πρώτοι άνθρωποι στην Ιταλία.
Πηγή: Wikipedia
* Πετρόπαυλος: Στη Ματέρα υπάρχει εκκλησία των Πέτρου και Παύλου - Chiesa dei Santi Pietro e Paolo, κοινώς γνωστή ως San Pietro Caveoso.
Το «Πετρόπαυλος» αποτελεί και ρωσικό τοπωνύμιο. Γνωστότερο το Petropavlosk, η πρωτεύουσα της Καμτσάτκα. Υπάρχει επίσης σεληνιακός κρατήρας που φέρει το όνομα Petropavlosk.
Τραγούδι: Ματέρα – Θανάσης Παπακωνσταντίνου
Στίχοι: | Θανάσης Παπακωνσταντίνου | Μουσική: | Θανάσης Παπακωνσταντίνου |
Ερμηνευτές: | Θανάσης Παπακωνσταντίνου |
Στίχοι: Ματέρα – Θανάσης Παπακωνσταντίνου
Πίνω καφέ κι η ρέμβη μου παλεύει με τον ήλιο
και με τα ασυλλόγιστα πουλιά, που παίζουν γύρω.
Αέρας, την αμμόπετρα, σαν εραστής τη γλύφει
σπήλαιο φτιάχνει για Χριστό και δώμα για τη λήθη.
Κι ένα λαγούμι σκοτεινό, να ‘ρχονται νυχτερίδες,
μαζί και ο Πετρόπαυλος(*), να δει αυτά που είδες.
Βλέπω σημαίες τρίχρωμες και ρούχα απλωμένα
για σώματα αγέννητα, ίσως και πεθαμένα.
Βλέπω κι έναν απέθαντο σ’ αντικρινό μπαλκόνι,
καπνίζει και η σκέψη του πέφτει και τον πλακώνει.
Γριά Ματέρα, δύστροπη, φύγαν οι κολασμένοι,
στα καλντερίμια αγκομαχούν τώρα οι ταϊσμένοι.
Ο σκελετός που βρέθηκε σε μια σπηλιά στο Sassi,
“σε βλέπω κόκκαλο”, μου λέει, “αγαπητέ Θανάση”.
Φοράει τη σάρκα του ξανά, μπλέκει με τους τουρίστες,
γελάει σαν δει πως έγιναν οι απόπατοι, σουίτες.
Ο τρωγλοδύτης, ξέγνοιαστος, κλάνει σε κάθε βήμα
και στον καφέ, που χαίρομαι, υψώνεται ένα κύμα.
Το κύμα φέρνει ταραχή. Ίσως η καφεΐνη,
μα ίσως κι η επίγνωση πως μια κλανιά θα μείνει.