Στίχοι: Φοβάμαι (Δεν είναι ο κόσμος σου αυτός) – Ρόδες & Ελευθερία Αρβανιτάκη
Τραγούδι: Φοβάμαι (Δεν είναι ο κόσμος σου αυτός) – Ρόδες & Ελευθερία Αρβανιτάκη
Στίχοι: | Ρόδες | Μουσική: | Ρόδες |
Ερμηνευτές: | Ρόδες, Ελευθερία Αρβανιτάκη |
Στίχοι: Φοβάμαι (Δεν είναι ο κόσμος σου αυτός) – Ρόδες & Ελευθερία Αρβανιτάκη
Είναι η νύχτα αυτή καυτή
κι έχει ροή φωτεινή
Είναι μουντό το πρωί
κι είναι μια μέρα σκοτεινή
Είναι μια ανάσα η χρονιά
κι είν’ η εποχή μια πνοή
κι είναι μεγάλη και αιώνια σαν μια ρουφηξιά η ζωή
Είναι η γη στρογγυλή
κι όμως ο κόσμος αυτός είναι επίπεδος
κι ο νους από το φως
είναι ταχύτερος, πρώτος και καλύτερος
Κάθε γιος Χριστός
Κάθε πόρνη Παναγιά
Κάθε κόρη Αφροδίτη
και κάθε μάνα με γεια
Κι είμαι χάρη και μακάρι
και κάθε εχθρός παλικάρι
κάθε πόλεμος, αγώνας
και κάθε ποίημα, προσευχητάρι
Κι είναι οι μπόμπες πεφταστέρια
σε αυγουστιάτικη βραδιά
κι είναι κοσμήματα τα βόλια
κρεμασμένα στην καρδιά
Φοβάμαι
πως δε θ’ αντέξω την γροθιά
Κοιμάμαι
μα έχω τα μάτια μου ανοιχτά
Θυμάμαι
τι μου ‘χες πει μια νυχτιά
Πριν ονειρευτώ, να σιγουρευτώ πως θα ‘χω τα βλέφαρα μου κλειστά
Δεν είναι ο κόσμος σου αυτός
είναι διαφορετικός
σου ‘χα πει μια νυχτιά, θυμάμαι
Πως ό,τι φαίνεται είναι αλλιώς
κι ό,τι φτιάχνεις, ουρανός
με βροχή, με φωτιά
φοβάμαι
Έχει ένα κρύο πηκτό
κι έχει έναν καύσωνα σκληρό
έχει έναν κόκκινο ουρανό
κι έναν ήλιο μακρινό
Μα εγώ χαμπάρι
(Κοιμάμαι)
για τη μεγάλη στιγμή
που θα γίνουν οι πιο μπερδεμένες λέξεις
αριθμοί
Καθαροί οι ρυθμοί
της φασαρίας μουσική
να ‘σαι εκεί μου ‘χες πει
που βγάζουν όλοι οι προορισμοί
Για να δεις δημιουργό
την ανθρωπότητα
(Πάμε)
σαν έναν καλλιτέχνη
(Φοβάμαι)
που ομιλεί την καθημερινότητα
Συγκίνηση, φόβος κι αυτοεκτίμηση
βλέποντας νέους ζωγράφους να ξεπηδούν απ’ τη διαφήμιση
κι από τους βρώμικους κόλπους της δημοσιογραφίας
ένα νέο κύμα λογοτεχνίας
Απ’ τις κατώτερες τάξεις
φιλοσόφων παρατάξεις
απ’ τις προνομιούχες
κοινωνικές αναταράξεις
Ένας δεύτερος ήλιος
Θα ρίχνει δεύτερες σκιές
καθώς θα σκάνε
εκατό χιλιάδες πυρηνικές κεφαλές
Δεν είναι ο κόσμος σου αυτός
είναι διαφορετικός
σου ‘χα πει μια νυχτιά, θυμάμαι
Πως ό,τι φαίνεται είναι αλλιώς
κι ό,τι φτιάχνεις, ουρανός
με βροχή, με φωτιά
φοβάμαι
Ήταν τα λόγια σου γλυκά
και τα φιλιά σου πικρά
τα ταξίδια μεγάλα
τα φτερά σου μικρά
Είχες φουρτούνα στα μάτια
και μια πλημμύρα στην κόγχη
ένα σου χάδι δυο ζωές
ένα σου ναι δυο όχι
Βρήκα μια θάλασσα κρυφή
ήπια μια θάλασσα στυφή
μου ‘κανε δώρο ένα ξερόβραχο ζωή
και εγώ σ’ αυτή μια τελευταία αναπνοή
Κι ένα βυθό για κρεβάτι
κι άνοιξα υδάτινο δρόμο
στο μονοπάτι του εφιάλτη
κι μ’ έβγαλε έξω από το μπουκάλι
(Φοβάμαι)
Με μια ζάλη παστρικιά
κι ένα βρώμικο μυαλό πάλι
(να `μαι)
στο ίδιο παιχνίδι ξανά
έγινε η σέντρα κι είχαμε όλοι μας τα χέρια ανοιχτά
(Φοβάμαι)
Πέσαν τα φώτα ξανά
κι έμεινα μόνος
στο τσιμέντο
με τα καθίσματα αδειανά
Κι έγινε το βλέμμα μου παράθυρο
πήγα να το σκάσω από το παρόν
μα ήταν όνειρο μόνο
(Κεκλεισμένων των θυρών. Ελευθερία)