Στίχοι: Γράμμα σ’ έναν ποιητή – Δημήτρης Ζερβουδάκης
Η ιστορία του τραγουδιού
Το 1932 ο Νίκος Καββαδίας θα γράψει το «Γράμμα στον ποιητή Καίσαρα Εμμανουήλ», που θα περιληφθεί μέσα στην ποιητική του συλλογή «Μαραμπού». Το «Μαραμπού» κυκλοφόρησε το 1933 με πρόλογο του Καίσαρα Εμμανουήλ και περιείχε, μεταξύ άλλων, και αφιερώσεις σε άλλους ποιητές: στο Νικήτα Ράντο/Νικόλα Κάλα, τον Απόστολο Μελαχρινό, τον Κώστα Ουράνη. Αφορμή για τη συγγραφή του ποιήματος στάθηκε η φράση του Εμμανουήλ «Φαίνεται πια πως τίποτα – τίποτα δεν μας σώζει…», η οποία τοποθετήθηκε ως προμετωπίδα στο ποίημα του Καββαδία.Το ποίημα θεωρείται ότι είναι όντως απάντηση σε αυτή τη φράση του Εμμανουήλ, η οποία πάντως δε συναντάται σε κάποιο ποίημα κάποιας από τις 4 ποιητικές του συλλογές. Επομένως εικάζεται ότι μπορεί να αφορούσε κάτι που είχε κυκλοφορήσει σε λογοτεχνικό περιοδικό της εποχής ή μεταξύ τους κουβέντες. Εξάλλου, λέγεται ότι ο Καββαδίας είχε υπ’ όψιν του μία περίοδο κατάθλιψης που φαίνεται ότι περνούσε τότε ο Εμμανουήλ.
Ο Καίσαρ Εμμανουήλ γεννήθηκε στην Αθήνα το 1902, καταγόταν όμως από την Πάτρα. Μετά την αποφοίτησή του από το Πανεπιστήμιο δίδαξε σε ιδιωτικά εκπαιδευτήρια για εικοσιπέντε περίπου χρόνια. Από το 1953 και έπειτα εργάστηκε στην εκπαίδευση στην Κύπρο, την Αλεξάνδρεια, το Κάιρο και την Ισμαηλία. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα αφοσιώθηκε στις λογοτεχνικές μεταφράσεις και διασκευές ως το τέλος της ζωής του. Ο Εμμανουήλ ανήκει στην γενιά των ποιητών του Μεσοπολέμου και η ποιητική του συλλογή «Ο παράφωνος αυλός» άρεσε πολύ και στον Ελύτη. Πέθανε από σακχαρώδη διαβήτη στο δημοτικό νοσοκομείο της Αθήνας το 1970.
Πέρα από τη διάσταση του προσωπικού του έργου, ο Καίσαρ Εμμανουήλ κέρδισε άλλες δύο φορές την υστεροφημία: τη μία όταν έγραψε το ποίημα αυτό με το όνομά του ο Νίκος Καββαδίας και τη δεύτερη όταν το ποίημα αυτό μελοποιήθηκε από το Δημήτρη Ζερβουδάκη στο δίσκο του «Ακροβάτης» του 1989. Η μελοποίηση του Ζερβουδάκη παρουσιάζει βέβαια κάποιες ιδιαιτερότητες και έχει προκαλέσεις ανάλογες αντιρρήσεις (έχει αφαιρέσει αρκετές στροφές, τροποποίησε κάποιους στίχους, έχει μετατρέψει τον πληθυντικό ευγενείας του Καββαδία σε ενικό), άλλα γενικά κρίνεται επιτυχημένη. Πρόκειται για μια ευτυχή στιγμή μελοποίησης της ελληνικής ποίησης, και μάλιστα από έναν νεότερο καλλιτέχνη, που άνοιξε μια ακόμη πόρτα στο νεανικό κοινό για τη γνωριμία με την ποίηση του Καββαδία.
Για τις συνθήκες της μελοποίησης του αφηγείται ο ίδιος ο Δημήτρης Ζερβουδάκης: «Το ’86-’87, ήρθε το «Γράμμα σε έναν ποιητή» σε ποίηση του Νίκου Καββαδία. Μια ιστορία οξύμωρη κατά μία έννοια, γιατί το σκάρωσα πάνω στη φάση που περνάγαμε κρίση με [το συγκρότημά μας] τους «Νέους επιβάτες». Διαλυόταν το συγκρότημα και εμένα μου κόστιζε πάρα πολύ συναισθηματικά και ψυχολογικά και σε κάποια φάση ήμουν στο σπίτι, χαζολογούσα και ξαφνικά πέφτει ένα βιβλίο με ποιήματα του Καββαδία και έτσι όπως έπεσε, έσπασε στα δύο το βιβλίο, ανοίγοντας ακριβώς πάνω σε αυτό το ποίημα. «Ξέρω κάτι που μπορούσε Καίσαρ να σε σώσει», ήταν αυτή η ελπίδα που με κινητοποίησε και ξαφνικά λες και υπήρχε η μουσική μέσα στις λέξεις του.
Έτσι λειτουργώ πάντα, δηλαδή, αν δεν υπάρχει κάτι να με κινητοποιήσει δεν το προσεγγίζω. Γι' αυτό και όλα αυτά τα χρόνια δεν έχω κάνει κάποιο άλλο τραγούδι σε ποίηση είτε του Καββαδία είτε άλλου ποιητή. Το συγκεκριμένο ήταν ένα εντελώς τυχαίο περιστατικό πραγματικά, το οποίο όμως αποδείχθηκε ότι έχει δύναμη μέσα στα χρόνια… Έχουν περάσει σχεδόν τριάντα χρόνια από τότε.»
Πηγή
Τραγούδι: Γράμμα σ’ έναν ποιητή – Δημήτρης Ζερβουδάκης
Στίχοι: | Νίκος Καββαδίας | Μουσική: | Δημήτρης Ζερβουδάκης |
Ερμηνευτές: | Δημήτρης Ζερβουδάκης |
Στίχοι: Γράμμα σ’ έναν ποιητή – Δημήτρης Ζερβουδάκης
Ξέρω εγώ κάτι που μπορούσε, Καίσαρ, να σε σώσει
Κάτι που πάντα βρίσκεται σε αιώνια εναλλαγή
Κάτι που σκίζει τις θολές γραμμές των οριζόντων
Και ταξιδεύει αδιάκοπα την ατελείωτη γη
Κάτι που θα ‘κανε γοργά να φύγει το κοράκι
Που του γραφείου σου πάντοτε σκεπάζει τα χαρτιά
Να φύγει κράζοντας βραχνά, χτυπώντας τα φτερά του
Προς κάποια ακατοίκητη κοιλάδα του νοτιά
Μακριά πολύ μακριά να ταξιδεύουμε
κι ο ήλιος πάντα μόνους να μας βρίσκει
Εσύ τσιγάρο Camel να καπνίζεις, ναι
κι εγώ σε μια γωνιά να πίνω ουίσκι
Οι πολιτείες ξένες να μας δέχονταν
οι πολιτείες οι πιο απομακρυσμένες
Κι εγώ σ’ αυτές απλά να σε εσύσταινα
σαν σε παλιές γλυκές μου αγαπημένες
Κάτι που θα ‘κανε τα υγρά παράδοξα σου μάτια
Που αβρές μαθητριούλες τ’ αγαπούν και σιωπηροί ποιητές
Χαρούμενα και προσδοκία γεμάτα να γελάσουνε
Με κάποιο τρόπο που όπως λεν δε γέλασαν ποτέ
Γνωρίζω κάτι που μπορούσε βέβαια να σε σώσει
Εγώ που δε σε γνώρισα ποτέ, για σκέψου, εγώ
Ένα καράβι να σε πάρει, Καίσαρ, να μας πάρει
Ένα καράβι, που πολύ μακριά θα τ’ οδηγώ
Μακριά πολύ μακριά να ταξιδεύουμε
κι ο ήλιος πάντα μόνους να μας βρίσκει
Εσύ τσιγάρο Camel να καπνίζεις, ναι
κι εγώ σε μια γωνιά να πίνω ουίσκι
Και μια βραδιά στην Μπούρμα ή στην Μπατάβια
Στα μάτια μιας Ινδής που θα χορέψει
Γυμνή στα δεκαεφτά, στιλέτα ανάμεσα
θα δείτε την Γκρέτα να επιστρέψει